Σε εφαρμογή της Εθνικής Στρατηγικής για τη Βιομηχανία, η Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας και ειδικότερα η Διεύθυνση Βιομηχανικής Πολιτικής προχωρά στην υλοποίηση του Στρατηγικού Στόχου (4) για τον Πράσινο Μετασχηματισμό καθώς και στην υλοποίηση της Πρωτοβουλίας Π.2 - Ανάπτυξη Εθνικής Στρατηγικής για τη Βιώσιμη Χρηματοδότηση, με στόχο την πράσινη μετάβαση της ελληνικής οικονομίας και βιομηχανίας καθώς και την επίτευξη των ευρωπαϊκών και εθνικών κλιματικών στόχων έως το 2050.
Συγκεκριμένα, σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε από την Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας, το έργο «Financing sustainability in Greece with public policy instruments» που αφορά στην ανάπτυξη εργαλείων δημόσιας πολιτικής για την προώθηση της χρηματοδότησης βιώσιμων/πράσινων επενδύσεων. Συνδικαιούχοι του έργου είναι το Υπουργείο Ανάπτυξης και η Γενική Γραμματεία Βιομηχανίας, το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Το τελικό αποτέλεσμα του έργου και των παραδοτέων του, τα οποία αναμένεται να οριστικοποιηθούν και ολοκληρωθούν εντός του Ιανουαρίου 2024, είναι η υιοθέτηση της απαιτούμενης «Εθνικής Στρατηγικής για τη Βιώσιμη Χρηματοδότηση», εντός των αρχών του 2024.
Στο επίκεντρο του έργου τέθηκε η βιομηχανία, ως βασικός πυλώνας της οικονομικής ανάπτυξης και της κοινωνικής ευημερίας, αλλά και ως ο βασικός αποδέκτης των νέων ρυθμίσεων. Παράλληλα, η βιομηχανία βρίσκεται στο επίκεντρο αυτής της μετάβασης καθώς παρουσιάζει συγκριτικά μεγαλύτερες ανάγκες μετασχηματισμού σε σχέση με τους λοιπούς τομείς της οικονομίας, ενώ παράλληλα στο πλαίσιο του πράσινου μετασχηματισμού αναδεικνύονται σημαντικές ευκαιρίες για την ανάπτυξη φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογιών και προϊόντων τα οποία δύνανται να συμβάλουν στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της ανθεκτικότητας των βιομηχανικών επιχειρήσεων.
Για την επίτευξη των στόχων του έργου, ήταν, καταρχάς, αναγκαίος ο προσδιορισμός του επενδυτικού και χρηματοδοτικού κενού υπό το πρίσμα των διαθέσιμων ευρωπαϊκών και εθνικών πόρων, αλλά και επί τη βάσει της συνεισφοράς των πιο σημαντικών κλάδων της ελληνικής βιομηχανίας στην οικονομία και της συνεισφοράς τους στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (GHG). Στην συνέχεια, πραγματοποιήθηκε προσδιορισμός των προκλήσεων που σχετίζονται με την περαιτέρω ανάπτυξη του οικοσυστήματος βιώσιμης χρηματοδότησης, καθώς και μέτρων για την άμβλυνσή τους, μαζί με τον προσδιορισμό των απαραίτητων χρηματοδοτικών εργαλείων. Για τις ανάγκες αυτές αναπτύχθηκε εργαλειοθήκη για τις Εθνικές Αρχές καθώς επίσης πραγματοποιήθηκαν εργαστήρια και σεμινάρια τόσο προς τον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα.
Από την εκπόνηση των απαιτούμενων μελετών και την ανάπτυξη της Στρατηγικής για τη Βιώσιμη Χρηματοδότηση προέκυψαν πολλαπλά ευρήματα. Καταρχάς, η επίτευξη των ενεργειακών και κλιματικών στόχων απαιτεί σημαντική αύξηση των επενδύσεων, ιδίως την πενταετία 2026-2030. Η ανάλυση υποδεικνύει σημαντικά υψηλότερες επενδυτικές ανάγκες μετασχηματισμού των βιομηχανιών προς τη βιωσιμότητα ειδικά για την περίοδο 2026-2030 έναντι της περιόδου μέχρι το 2025. Το παραπάνω οδηγείται από τους εθνικούς περιβαλλοντικούς στόχους για το 2030 καθώς και τις εξελίξεις στο διεθνές σκηνικό. Ωστόσο, δημιουργείται η ανάγκη εύρεσης πόρων, καθώς τα υφιστάμενα χρηματοδοτικά προγράμματα, όπως το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ, είναι εμπροσθοβαρή αφήνοντας ένα σημαντικό χρηματοδοτικό κενό. Ως εκ τούτου, ο προσεκτικός σχεδιασμός και η κατανομή των πόρων είναι ουσιαστικής σημασίας για την αποτελεσματική γεφύρωση του χάσματος. Επιπλέον, είναι καίριας σημασίας η στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και η εξασφάλιση χρηματοδότησης με στροφή προς πράσινες πρακτικές, καθώς αυτές αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Ένα σημαντικό εύρημα είναι επίσης η σημασία της συνεργασίας και επικοινωνίας, καθώς και η προώθηση ανταλλαγής γνώσεων και πληροφοριών μεταξύ των διαφόρων βασικών ενδιαφερόμενων μερών.
H Εθνική Στρατηγική για τη Βιώσιμη Χρηματοδότηση στοχεύει στην καθιέρωση της βιώσιμης χρηματοδότησης ως βασικού μοχλού ανάπτυξης. Περιλαμβάνει τον προσδιορισμό των χρηματοδοτικών αναγκών και των μέσων για πράσινες επενδύσεις, ενώ περιγράφει συγκεκριμένες και υλοποιήσιμες δράσεις. Στο πλαίσιο αυτό, μέσω της εργαλειοθήκης για τις Εθνικές Αρχές για τη χαρτογράφηση και την ιεράρχηση των πράσινων πόρων, την τόνωση των πράσινων έργων και την κατανομή χρηματοδοτικών μέσων, αναμένεται να καταστεί δυνατή η εφαρμογή της στρατηγικής.
Ο αντίκτυπος του έργου στην ελληνική οικονομία μπορεί να είναι υψηλής προστιθέμενης αξίας, υποδεικνύοντας τρόπους κάλυψης του χρηματοδοτικού κενού για πράσινες επενδύσεις και διευκολύνοντας την επίτευξη των κλιματικών στόχων. Κάτι τέτοιο, θα τονώσει την οικονομική ανάπτυξη, θα δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας και θα ενισχύσει την ανθεκτικότητα των ελληνικών βιομηχανιών.
Το έργο υλοποιήθηκε από την Deloitte, σε συνεργασία με τον ΙΟΒΕ και την Eunomia, με την χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (DG Reform), στο πλαίσιο του Technical Support Instrument.»